Τα περισσότερα είδη ρυζιού, ειδικά το λευκό, περιέχουν ένα λεπτό στρώμα αμύλου στην επιφάνεια των κόκκων. Αν δεν πλυθεί, το άμυλο αυτό λιώνει στο νερό του βρασμού, με αποτέλεσμα το ρύζι να γίνει κολλώδες ή να «λασπώσει». Το ξέπλυμα βοηθά ώστε οι κόκκοι να μένουν πιο σπυρωτοί και ευάεροι.
Απομάκρυνση ακαθαρσιών και σκόνης
Το ρύζι περνάει από διαδικασίες συλλογής, μεταφοράς και αποθήκευσης, όπου μπορεί να συγκεντρώσει σκόνη ή μικροακαθαρσίες. Το πλύσιμο εξασφαλίζει καλύτερη καθαριότητα και μειώνει την πιθανότητα να βρεθούν ανεπιθύμητα υπολείμματα στο πιάτο μας.
Μείωση αρσενικού
Ένα λιγότερο γνωστό, αλλά σημαντικό στοιχείο: το ρύζι τείνει να απορροφά ανόργανο αρσενικό από το έδαφος και το νερό. Μελέτες (π.χ. EFSA, FDA) έχουν δείξει ότι το ξέπλυμα και ιδιαίτερα το μούλιασμα του ρυζιού σε άφθονο νερό μπορεί να μειώσει το ποσοστό αρσενικού, βελτιώνοντας την ασφάλεια κατανάλωσης, κυρίως για παιδιά και εγκύους.
Καλύτερη υφή και γεύση
Σε πολλές ασιατικές κουζίνες, το ξέπλυμα θεωρείται βασικό στάδιο για να βγει το ρύζι πιο ελαφρύ, αρωματικό και ευχάριστο στη γεύση. Εξαρτάται βέβαια και από τη συνταγή: για παράδειγμα, στο ριζότο ή στο σούσι, όπου η κολλώδης υφή είναι επιθυμητή, το πλύσιμο γίνεται με πιο συγκεκριμένο τρόπο.
Σωστή αποθήκευση
Το ξέπλυμα του ρυζιού δεν αρκεί – ακόμη πιο ουσιαστική είναι η σωστή αποθήκευση των φαγητών που περίσσεψαν.Τα γεύματα που έχουν περισσέψει είναι καλύτερα να τοποθετούνται άμεσα στο ψυγείο, εντός δύο ωρών μετά το μαγείρεμα, για να μειωθεί ο κίνδυνος ανάπτυξης βακτηρίων όπως το Clostridium perfringens.
Πότε δεν χρειάζεται;
Σε κάποια ειδικά επεξεργασμένα ρύζια (π.χ. εμπλουτισμένα με βιταμίνες στις ΗΠΑ), το έντονο πλύσιμο μπορεί να απομακρύνει μέρος των θρεπτικών στοιχείων που έχουν προστεθεί. Σε αυτές τις περιπτώσεις, συνιστάται απλό ξέπλυμα ή και καθόλου, σύμφωνα με τις οδηγίες στη συσκευασία.
Πηγή: eatingwell.com